Χέγκελ - Έγελος

Στουτγάρδη, 1770 - Βερολίνο, 1831.Κορυφαίος εκπρόσωπος της γερμανικής κλασικής φιλοσοφίας.Είναι ο στοχαστής στον οποίο ανήκει το πρώτο στην Ιστορία εγχείρημα συστηματικής διερεύνησης της διαλεκτικής, της καθολικής και αναγκαίας εσωτερικής συνάφειας των φιλοσοφικών κατηγοριών, των κατηγοριών της διαλεκτικής λογικής, βάσει του αντικειμενικού ιδεαλισμού.Σπούδασε θεολογία και φιλοσοφία στο Τύμπινγκεν μαζί με τους Σέλλινγκ και Χέλντερλιν (1788-1793).Επηρεάσθηκε βαθιά οπό τη μεγάλη γαλλική αστική επανάσταση και υιοθέτησε αντιπολιτευτικές θέσεις (κατά της φεουδαρχικής απολυταρχίας, υπέρ συνταγματικής μεταρρύθμισης κλπ.)Εργάσθηκε ως οικοδιδάσκαλος (Φρανκφούρτη 1797-1800).Την ίδια περίοδο ασχολείται με την πολιτική οικονομία.Από το 1801 εργάζεται ως καθηγητής του πανεπιστημίου της Ιένας και εκδίδει μαζί με τον Σέλλινγκ το περιοδικό "Kritisches Journal der Philosophie".Διετέλεσε γυμνασιάρχης στη Νυρεμβέργη (1808-16) και κατόπιν καθηγητής φιλοσοφίας στα πανεπιστήμια της Χαϊδελβέργης (1816-18) και του Βερολίνου (1818), οπότε γίνεται αισθητή και η μεταστροφή των πολιτικών του πεποιθήσεων, που συντέλεσε στην βαθμιαία ανάδειξη του σε επίσημο φιλόσοφο της πρωσικής κυβέρνησης.Ο ορίζοντας της φιλοσοφίας του Χέγκελ καθορίζεται από τις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες της εποχής του και από το επίπεδο ανάπτυξης των επιστημών και της φιλοσοφίας. Η κεφαλαιοκρατία ολοκλήρωνε τότε τη διαμόρφωση της χωρίς να εκδηλώνει ακόμα πλήρως ανεπτυγμένες τις αντιφάσεις της και η εργατική τάξη της Γερμανίας δεν προβάλλει ακόμα ως αυτοτελής πολιτική δύναμη.Δεν είχαν ωριμάσει λοιπόν οι συνθήκες που θα επέτρεπαν την αυστηρά επιστημονική θεώρηση των κοινωνικών δυνάμεων, των ανταγωνισμών της κεφαλαιοκρατίας, των δρόμων και των μέσων υπέρβασης αυτών των ανταγωνισμών.Επομένως, όπως είναι αναμενόμενο σε παρόμοιες συγκυρίες, η υφιστάμενη τάξη πραγμάτων πρόβαλε αναπόφευκτα είτε ως αιώνια και αμετάβλητη, είτε οι απόψεις περί των σκοπών, των μέσων και των δρόμων αλλαγής της κοινωνίας δεν μπορούσαν παρά να είναι ουτοπικές.Δεδομένου ότι ο Χέγκελ αντιλαμβανόταν την κοινωνία ως αμετάβλητη, θεωρούσε τις αλλότριες και κυρίαρχες επί των ανθρώπων κοινωνικές δυνάμεις ως απόλυτα αυτοτελείς έναντι των ανθρώπων. Σε αυτή την περίπτωση η όποια ανάπτυξη των εν λόγω δυνάμεων, της γενεαλογικής ουσίας του ανθρώπου, εκλαμβάνεται ως ανάπτυξη μιας εξ υπαρχής δεδομένης αυτοτελούς καθολικότητας, μιας ουσίας κυρίαρχης επί του ενικού, του αισθητηριακού και του εμπειρικού. Στην υποστασιοποίηση αυτής της αντίληψης εδράζεται η χαρακτηριστική για τον Χέγκελ απόσπαση της νόησης από την υλική (κοινωνική - πολιτισμική) βάση που τη γέννησε και η αναγόρευση της σε αυτοτελή αυθύπαρκτη οντότητα και γενεσιουργό πηγή όλου του κόσμου ο οποίος υποβαθμίζεται σε ετερότητα της νόησης.Αυτή η προϋπάρχουσα, αρχέγονη και πρωτεύουσα νόηση ως απόλυτη πνευματική δραστηριότητα αποτελεί την αφετηρία και το τελικό αποτέλεσμα, το επιστέγασμα του μεγαλειώδους φιλοσοφικού του συστήματος.Η χεγκελιανή φιλοσοφία με όλη την αντιφατικότητα και τον πλούτο της αποτελεί θεμελιώδη κατάκτηση του ανθρώπινου πολιτισμού που άσκησε και ασκεί βαθιά επίδραση.Αποτελεί μια από τις θεωρητικές πηγές του μαρξισμού